Οι προοδευτικές εναλλακτικές λύσεις στις συμφωνίες CETA και ΤΤΙΡ διευρευνήθηκαν χθες στο Ευρωκοινοβούλιο στις Βρυξέλλες κατά τη διάρκεια εκδήλωσης της Ευρωπαϊκής Αριστεράς. Την πολύ επίκαιρη εκδήλωση, λόγω των συζητήσεων που είναι σε εξέλιξη για CETA και ΤΤΙΡ στην Ευρώπη,το Brexit στο Ηνωμένο Βασίλειο και την επερχόμενη προεδρία στις ΗΠΑ, προλόγισε ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Στέλιος Κούλογλου.
Ο ευρωβουλευτής σχολίασε ότι η άρνηση της Αριστεράς στις συμφωνίες αυτές δεν είναι αναιτιολόγητη καθώς θα προκαλέσουν μείωση του βιωτικού επιπέδου και ύφεση στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Υπογραμμίζοντας ότι η Αριστερά θα ήθελε πιο ωφέλιμες συμφωνίες, τόνισε ότι εκείνοι οι οποίοι εμένουν στις θέσεις τους με θρησκευτική πίστη στις αγορές είναι οι πολιτικοί αντίπαλοι της Αριστεράς και οι πολυεθνικές.
Αναλυτικά η ομιλία του Στέλιου Κούλογλου κατά το άνοιγμα των εργασιών του συνεδρίου:
Συχνά μας κατηγορούν ότι λέμε συνέχεια όχι. Ότι αρνούμαστε τα πάντα, όλες τις μεταρρυθμίσεις με ή χωρίς εισαγωγικά, κι όλες τις σύγχρονες αλλαγές. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Εμείς στηριζόμαστε σε πραγματικά περιστατικά.
Πάρτε παραδείγματος χάριν την έκθεση για την CETA, η οποία παρουσιάζεται και υπάρχει και εδώ, των Pierre Coolers και Servaas Storm. Η έκθεση στηρίζεται πάνω σε κριτήρια του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών και λέει ότι η CETA θα προκαλέσει απώλεια άνω των 200.000 θέσεων εργασίας στην Ευρώπη, ακόμη περισσότερες στον Καναδά, και επίσης θα προκαλέσει προβλήματα στο κράτος πρόνοιας και στις επιχειρήσεις. Ή τουλάχιστον στις μικρές και τις μεσαίες επιχειρήσεις˙ όχι στις πολυεθνικές που υποστηρίζουν τη συμφωνία.
Αντίθετα, οι αντίπαλοί μας είναι εκείνοι που συχνά δεν στηρίζονται σε γεγονότα, αλλά σε μια σχεδόν θρησκευτική πίστη, ότι οι δυνάμεις της αγοράς ξαφνικά θα λύσουνε τα πάντα. Εμείς δεν έχουμε μια τέτοια θρησκευτική πίστη. Θέλουμε συμφωνίες, αλλά συμφωνίες οι οποίες να βελτιώνουν το επίπεδο των ανθρώπων, του περιβάλλοντος και να περιορίζουν τις ανισότητες.
Όχι συμφωνίες οι οποίες να προωθούν την ακροδεξιά, όπως έγινε με τον Τραμπ, ο οποίος ακριβώς εκμεταλλεύτηκε τις εμπορικές συμφωνίες και τα καταστροφικά αποτελέσματά τους στις ΗΠΑ για να εκλεγεί πρόεδρος.