Αποστολή στη Σόφια
Όταν ήταν παιδί ονειρευόταν να γίνει ηθοποιός. Η ζωή τα έφερε έτσι που η ζωή της έγινε ταινία. Φορώντας πάντα μαύρα γυαλιά, καθώς τα φώτα του κινηματογράφου Lumia χαμηλώνουν, κοιτάζει στην οθόνη το πρόσωπό της να καίγεται από το βιτριόλι. «Κοίτα πώς το έκαναν», ψιθυρίζει, αλλά δεν αναφέρεται στους παρ' ολίγον δολοφόνους της: αυτούς, όπως θα πει λίγα λεπτά αργότερα, τους έχει ήδη συγχωρήσει.
Είναι μια μέρα φορτισμένη για όλους η σημερινή: για την Κωνσταντίνα που επιστρέφει στη Σόφια για να δει για πρώτη φορά το ντοκιμαντέρ για τη ζωή της· για τον σκηνοθέτη Ιβάν Νίτσεβ που 8 χρόνια μετά την επίθεση είναι ο πρώτος που σπάει τη σιωπή που επέβαλαν τα βουλγάρικα ΜΜΕ γύρω από την υπόθεση Κούνεβα· αλλά και για τους δεκάδες συμπατριώτες της που κατακλύζουν την αίθουσα και στο πρόσωπο της Κούνεβα βλέπουν τις δικές τους ζωές.
Ήταν εκατοντάδες χιλιάδες οι Βούλγαροι που αναγκάστηκαν να πάρουν τον δρόμο της ξενιτιάς μετά την πτώση του καθεστώτος -μόνο στην Ελλάδα ήρθαν 300.000- ο Λιτόν, που σήμερα βρίσκεται στην πρεμιέρα της ταινίας, είναι 40 χρονών και έχει πια επιστρέψει στη Βουλγαρία. Ο ίδιος είχε μεταναστεύσει στην Ισπανία:
Όπου κι αν βρεθήκαμε, δουλεύαμε υπό τις ίδιες συνθήκες με την Κούνεβα. Πουθενά τα ΜΜΕ δεν μιλούσαν γι' αυτό: οι Ευρωπαίοι πολίτες έπρεπε να μάθουν να θεωρούν κανονικό κάποιοι εργαζόμενοι δίπλα τους να εργάζονται ανασφάλιστοι για ένα κομμάτι ψωμί χωρίς δικαίωμα. Πολύ περισσότερο, δεν έπρεπε να μάθουν πως κάποιοι αντιστέκονται - είναι πολύ χαρακτηριστικό πως όταν έγινε η απόπειρα δολοφονίας της Κούνεβα στην Ελλάδα κι ενώ υπήρχε αυτό το τεράστιο κίνημα αλληλεγγύης, στη Βουλγαρία δεν καταγράφηκε ούτε καν ως είδηση, ότι ένας πολίτης της χώρας δέχτηκε επίθεση με βιτριόλι.
Οκτώ χρόνια μετά, όμως, η ιστορία έρχεται στο προσκήνιο: η ταινία είναι μια συμπαραγωγή του βουλγάρικου κέντρου κινηματογράφου και της δημόσιας τηλεόρασης. Δημοσιογράφοι, φωτορεπόρτερ και κάμεραμεν περιμένουν μια δήλωση της Κούνεβα. Κι εντυπωσιάζονται όταν εκείνη τους μιλάει με βαθιά αγάπη για την Ελλάδα, τον λαό της και την αλληλεγγύη που έδειξε σε κάθε βήμα του αγώνα της για ζωή και τον αγώνα όλων των εργατών στα σκλαβοπάζαρα των εργολαβιών.
Υπάρχει όμως και μια άλλη διάσταση σε όλα αυτά, όπως εξηγεί ο Τεοντόρ, που ζει πια εδώ και 30 χρόνια στην Ελλάδα: «Τα μεγαλύτερα βουλγάρικα ΜΜΕ ανήκουν σε κονσόρτσιουμ που ελέγχονται από Γερμανούς. Οι Βούλγαροι ακούνε για την ελληνική κρίση ό,τι ακριβώς ακούνε και οι Γερμανοί πολίτες: ότι τάχα οι Έλληνες είναι κάτι τεμπέληδες που φταίνε για ό,τι τους συνέβη. Αυτή η ταινία είναι μια ευκαιρία να δουν το ωραίο πρόσωπο της Ελλάδας, της αντίστασης και της αλληλεγγύης».
Μετά την προβολή μια παρέα 30άρηδων με πλησιάζει. «Θέλαμε στην αρχή να σας ζητήσουμε μια χάρη, αλλά αλλάξαμε γνώμη», λένε καθώς τους κοιτάζω παραξενεμένη.
Ήμασταν φοιτητές όταν έγιναν όλ' αυτά και είχαμε και στη Σόφια ένα μικρό κίνημα αλληλεγγύης - ελάχιστο σε σύγκριση με την Αθήνα. Θέλαμε λοιπόν να σας ζητήσουμε να μεταφέρετε ένα μεγάλο 'ευχαριστώ' στους Έλληνες που στήριξαν τη δική μας Κωνσταντίνα. Όμως δεν είναι έτσι, δεν είναι "δική μας" η Κούνεβα, ούτε "δική σας". Όπως τα αφεντικά δεν έχουν πατρίδα, πρέπει να καταλάβουμε κι εμείς - Έλληνες, Βούλγαροι- ότι οι εργαζόμενοι σε κάθε γωνιά της Ευρώπης είμαστε ένα. Πριν από 30 σχεδόν χρόνια η κρίση ξεκλήρισε τη δική μας χώρα, τώρα ξεκληρίζει τη δική σας. Τότε φεύγαμε εμείς μετανάστες, τώρα εσείς. Όπως λοιπόν τα αφεντικά μιλάνε την ίδια γλώσσα, πρέπει και οι εργαζόμενοι στην Ευρώπη να ανακαλύψουμε μια κοινή γλώσσα, να συναντηθούμε, να οργανωθούμε, να αντισταθούμε.
11.3.2017