Η ομιλία της Κωνσταντίνας Κούνεβα στην εκδήλωση του Πολιτικού Συνδέσμου Γυναικών, στην Παλαιά Βουλή (28/3/2017)
Στο συνέδριο που διοργάνωσε ο Πολιτικός Σύνδεσμος Γυναικών με αφορμή τη Διεθνή Ημέρα της Γυναίκας (8 Μαρτίου), την συμπλήρωση 60 χρόνων από την πρώτη συμμετοχή των Ελληνίδων στις βουλευτικές εκλογές (19.02.1956) και τα 60 χρόνια από την ιδρυτική Συνθήκη της Ρώμης (25.03.1957) στην οποία το άρθρο 119 επιτάσσει ισότητα αμοιβών ανδρών – γυναικών, έδωσαν το «παρούσα» εξέχουσες γυναίκες πολιτικοί που άνοιξαν τον δρόμο αντιπροσώπευσης των γυναικών στο Ευρωπαϊκό και Εθνικό Κοινοβούλιο και στην Αυτοδιοίκηση και κυρίως των γυναικών χωρίς φωνή στη πολιτική σκηνή.
Οι εργασίες του συνεδρίου άνοιξαν με το καλωσόρισμα όλων από την Πρόεδρο του Πολιτικού Συνδέσμου Γυναικών Ζέτα Μακρή και στην συνέχεια με την εναρκτήρια ομιλία του Προέδρου της Βουλής Νικόλαου Βούτση.
Η Κωνσταντίνα Κούνεβα, Ευρωβουλεύτρια του ΣΥΡΙΖΑ, Αν. Μέλος της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων, επικέντρωσε στην αναγκαιότητα να ξανακερδηθεί στις νέες και νέους η εμπιστοσύνη στους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Χαρακτηριστικά είπε στην ομιλία της:
«Οι νέοι άνθρωποι, οι νέες γυναίκες δεν έχουν πια μεγάλες προσδοκίες από την πολιτική. Και ειδικά μιλώντας για την Ευρώπη ξέρουμε πολύ καλά και από τις μετρήσεις του Ευρωβαρόμετρου ότι στους νέους ανθρώπους και στις νέες γυναίκες αυξάνονται τα ποσοστά εκείνων που χάνουν την εμπιστοσύνη τους στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, που ξέρουν ελάχιστα για το τι κάνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, που δεν εμπιστεύονται τους πολιτικούς και τα κόμματα, που δεν έχουν προσδοκίες από την πολιτική. Δεν βλέπουν τον εαυτό τους μέσα στην πολιτική, ιδιαίτερα στην πολιτική για την Ευρώπη. Στην τελευταία μέτρηση κοινής γνώμης που κάνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το 59% των Ευρωπαίων πολιτικών, το υψηλότερο ποσοστό εδώ και πολλά χρόνια, λέει πως αισθάνεται ότι η φωνή του δεν μετράει στην Ε.Ε.»
Ολόκληρη η ομιλία της Κ. Κούνεβα έχει ως εξής:
«Επιτρέψτε μου πρώτα να δούμε μερικά στοιχεία για την εκπροσώπηση των γυναικών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Τα οποία είναι ενθαρρυντικά. Μέσα στα 30 χρόνια που γίνονται ευρωεκλογές το ποσοστό των γυναικών που εκλέγονται ευρωβουλευτές έχει υπερδιπλασιαστεί. Σήμερα, στους 751 ευρωβουλευτές οι 280 είναι γυναίκες. Είναι ένα ποσοστό πάνω από 37%. Ανάμεσα στις πολιτικές ομάδες την απόλυτη ισοτιμία εκπροσώπησης έχει η πολιτική ομάδα της Αριστεράς, η GUE/NGL: έχει 26 γυναίκες και 26 άνδρες ευρωβουλευτές. Την αμέσως καλύτερη επίδοση έχουν οι σοσιαλδημοκράτες, αλλά και οι άλλες πολιτικές ομάδες έχουν ψηλά ποσοστά γυναικών ευρωβουλευτών.
Από τις αντιπροσωπείες των χωρών, την υψηλότερη γυναικεία εκπροσώπηση την έχει η Μάλτα, με 66%, ενώ η Ελλάδα με 5 γυναίκες στους 21 ευρωβουλευτές είναι κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Αυτά είναι τα καλά δεδομένα, που δείχνουν ότι οι γυναίκες και στο ευρωπαϊκό επίπεδο έχουν κερδίσει πολλά στην πολιτική εκπροσώπηση. Όμως, υπάρχει και η άλλη όψη του νομίσματος. Περισσότερες γυναίκες εκλέγονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από ένα όλο και μικρότερο εκλογικό σώμα. Το ποσοστό συμμετοχής στις ευρωεκλογές κατά μέσο όρο μειώνεται. Το 2014 ήταν μόλις 42% σε μέσο όρο σε όλη την Ε.Ε., βεβαίως με πολύ μεγάλες διαφορές από χώρα σε χώρα και ιδιαίτερα ανάμεσα στις χώρες του κέντρου και αυτές της περιφέρειας. Αλλά αυτό το ποσοστό συμμετοχής ήταν το χαμηλότερο από ποτέ. Καταλαβαίνετε ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για καθολικότητα της δημοκρατίας, όπως λέει ο τίτλος της εκδήλωσης και αυτής της συνεδρίας, όταν πάνω από τους μισούς Ευρωπαίους πολίτες απέχουν από τη μόνη δημοκρατική διαδικασία στην Ε.Ε., τις εκλογές για το Ευρωκοινοβούλιο. Η συμμετοχή των γυναικών ψηφοφόρων ήταν μικρότερη από αυτή την ανδρών, περίπου 40%. Και τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα όσο πάμε προς τους νεότερους ψηφοφόρους. Στις ηλικίες ανάμεσα στα 18 και τα 25 χρόνια η συμμετοχή στις ευρωεκλογές ήταν μόλις 27,8% και στην αμέσως επόμενη ομάδα ηλικίας, 25-39 ετών, λίγο πάνω από το 35%.
Γιατί έπρεπε να αναφερθούμε σε αυτούς τους αριθμούς; Για να δούμε την αντίφαση που υπάρχει ανάμεσα σ’ αυτό που συμβαίνει στην κορυφή κι αυτό που συμβαίνει στη βάση της κοινωνίας. Μπορεί πραγματικά να εκλέγονται περισσότερες γυναίκες στη Βουλή και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Μπορεί να αυξάνονται και αυτές που έχουν υπουργικές θέσεις και άλλες θέσεις ευθύνης, χωρίς βέβαια να έχουμε πετύχει ακόμη την ισότιμη συμμετοχή. Αλλά αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι αυξάνεται το ενδιαφέρον των γυναικών για την πολιτική, ιδιαίτερα των πιο νεαρών γυναικών. Τα τελευταία χρόνια μπορεί να συμβαίνει και το αντίθετο. Οι νέοι άνθρωποι, οι νέες γυναίκες δεν έχουν πια μεγάλες προσδοκίες από την πολιτική. Και ειδικά μιλώντας για την Ευρώπη ξέρουμε πολύ καλά και από τις μετρήσεις του Ευρωβαρόμετρου ότι στους νέους ανθρώπους και στις νέες γυναίκες αυξάνονται τα ποσοστά εκείνων που χάνουν την εμπιστοσύνη τους στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, που ξέρουν ελάχιστα για το τι κάνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, που δεν εμπιστεύονται τους πολιτικούς και τα κόμματα, που δεν έχουν προσδοκίες από την πολιτική. Δεν βλέπουν τον εαυτό τους μέσα στην πολιτική, ιδιαίτερα στην πολιτική για την Ευρώπη. Στην τελευταία μέτρηση κοινής γνώμης που κάνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το 59% των Ευρωπαίων πολιτικών, το υψηλότερο ποσοστό εδώ και πολλά χρόνια, λέει πως αισθάνεται ότι η φωνή του δεν μετράει στην Ε.Ε.
Πρέπει να μας φαίνεται παράξενο αυτό; Όχι βέβαια. Είδαμε πώς αντέδρασαν οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο σοκ του Brexit. Αντί να συζητήσουν πώς θα πετύχουμε περισσότερη ενότητα και αλληλεγγύη, πώς θα ξεπεραστούν οι τεράστιες ανισότητες από χώρα σε χώρα, πώς θα ενισχύσουν τη δημοκρατία, τη διαφάνεια, τον δημοκρατικό έλεγχο των ευρωπαϊκών οργάνων, πώς θα ενισχύουν την κοινωνική δικαιοσύνη, συζήτησαν το πώς θα πάμε σε μια Ευρώπη με πολλές ταχύτητες. Αυτό εμφανίζεται τώρα σαν το πιο ρεαλιστικό πράγμα που μπορούν να κάνουν. Αλλά στην πραγματικότητα είναι μια οπισθοδρόμηση που γεμίζει απογοήτευση τους Ευρωπαίους πολίτες, γυναίκες και άνδρες. Ιδιαίτερα τους πιο νέους.
Αυτό είναι το σημαντικότερο πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε σαν γυναίκες πολιτικοί, όσο περνάει από το χέρι μας. Να ξανακερδίσουμε την εμπιστοσύνη των νέων γυναικών στην αξία του αγώνα, της συμμετοχής στη συλλογική δράση, στα συνδικάτα, στο γυναικείο κίνημα που βρίσκεται σε μεγάλη παρακμή, στην ίδια την πολιτική δράση. Δυστυχώς, το να υπάρχουν περισσότερες γυναίκες εκλεγμένες στη Βουλή και στο Ευρωκοινοβούλιο και σε κορυφαία πολιτικά αξιώματα δεν σημαίνει απαραίτητα ότι κερδίζουμε και την εμπιστοσύνη των νέων γυναικών. Υπάρχουν πολλές γυναίκες σε κορυφαία αξιώματα στην Ευρώπη και στον κόσμο. Η κ. Μέρκελ είναι ίσως η ισχυρότερη πρωθυπουργός στον κόσμο, η κ. Λαγκάρντ είναι επικεφαλής του ΔΝΤ, ενός οργανισμού που επηρεάζει τις τύχες εκατομμυρίων ανθρώπων σε εκατοντάδες χώρες. Εκπροσωπούνται, όμως, στις πολιτικές που υποστηρίζουν οι αγωνίες εκατομμυρίων γυναικών, εργαζόμενων, μητέρων, προσφύγων; Το ότι είναι γυναίκες τις κάνει πιο ευαίσθητες στα τεράστια κοινωνικά προβλήματα που γεννούν και το πρόβλημα της ανισότητας ανάμεσα στα δυο φύλα; Όχι! Μπορεί να συμβαίνει και το αντίθετο. Ξέρουμε ότι οι πολιτικές λιτότητας που επιβάλλει το ΔΝΤ σε όλο τον κόσμο πλήττουν πολύ περισσότερο τις γυναίκες από τους άνδρες. Στην Ευρώπη, το δόγμα της λιτότητας που το υπερασπίζει με πάθος και προσωπικά η γερμανίδα καγκελάριος, δεν επιτρέπει να αντιμετωπιστεί το σημαντικότερο κοινωνικό πρόβλημα, η ανεργία. Και γνωρίζουμε ότι η υψηλή ανεργία στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης χτυπάει περισσότερο τις γυναίκες. Στην Ελλάδα, η ανεργία στις νέες γυναίκες μέχρι 24 ετών είναι πάνω από 52%. Και προσέξτε ένα πολύ σημαντικό στοιχείο: η ανεργία στις γυναίκες που είναι απόφοιτες πανεπιστημίων είναι διπλάσια από των ανδρών συναδέλφων τους. Λέγαμε για πολλές δεκαετίες πόσο σημαντικό είναι να αυξηθεί η πρόσβαση των γυναικών στην ανώτερη μόρφωση, και αυτό έχει πια γίνει, έχουμε σχεδόν ισοτιμία στο μορφωτικό επίπεδο. Αλλά αυτή η ισοτιμία δεν έχει φέρει και ισοτιμία στην απασχόληση. Κι όταν υπάρχουν ακόμη αποκλεισμοί και εμπόδια για τις νέες γυναίκες στην αγορά εργασίας, στην ολοκληρωμένη συμμετοχή τους στην κοινωνική και οικονομική ζωή, πώς είναι δυνατό να έχουμε πλήρη συμμετοχή τους και στην ενεργό πολιτική ζωή;
Φυσικά, υπάρχουν πράγματα που μπορούμε να κάνουμε εμείς , όσες γυναίκες συμμετέχουμε ήδη στους πολιτικούς θεσμούς για να διευκολύνουμε να μπει νέο αίμα γυναικών στην πολιτική. Στις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την ενδυνάμωση της συμμετοχής των γυναικών, στις εκθέσεις και στις Οδηγίες που εγκρίνουμε η διάσταση του φύλου περνάει σχεδόν σε όλες τις πολιτικές. Πολλές αποφάσεις μας αναφέρουν ότι η χαμηλή εκπροσώπηση των γυναικών στις πολιτικές και τις ηγετικές θέσεις των κρατών, στα θεσμικά όργανα ή στα διοικητικά συμβούλια επιχειρήσεων δείχνει ένα έλλειμμα δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όμως, φοβάμαι ότι ο τρόπος με τον οποίο προσπαθούμε να λύσουμε αυτό το πρόβλημα είναι κάπως τεχνοκρατικός και γραφειοκρατικός. Καλές είναι οι αποφάσεις που επιβάλλουν ελάχιστα ποσοστά συμμετοχής των γυναικών στα ψηφοδέλτια και στα όργανα που εκλέγουν οι πολίτες, ή σε ηγετικές θέσεις πανεπιστημίων, επιχειρήσεων, οργανισμών. Αλλά δεν νομίζω ότι αρκεί να προσπαθούμε να επιβάλουμε μια αλλαγή από τα πάνω, χωρίς τη συμμετοχή των ίδιων των γυναικών, ειδικά των πιο νέων. Αυτού του είδους τα μέτρα είναι καλά, αλλά συχνά τα αποτελέσματά τους αρχίζουν και τελειώνουν σε μια ελίτ γυναικών. Δεν φτάνουν στη μεγάλη μάζα των γυναικών, των νέων, των επιστημόνων, των εργαζόμενων γυναικών. Ίσως είναι εύκολο μια γυναίκα με καλές σπουδές και επιτυχημένη επαγγελματική καριέρα να αποφασίσει να κάνει και πολιτική καριέρα. Αλλά είναι τρομακτικά δύσκολο μια γυναίκα με οικογένεια, που εργάζεται σαν καθαρίστρια ή υπάλληλος σε σούπερ μάρκετ «part time» να κάνει κάτι που φαίνεται πολύ πιο απλό: να γραφτεί στο σωματείο της, ή να φτιάξει σωματείο εκεί που δεν υπάρχει, να είναι υποψήφια στο συνδικάτο της, στο σύλλογό της, ή στον αγροτικό συνεταιρισμό. Κι όταν υπάρχουν τόσα εμπόδια, τόσος φόβος για τη συμμετοχή στις συλλογικότητες στη βάση της κοινωνίας, πώς να καταφέρουμε να πετύχουμε συμμετοχή των γυναικών και στα ψηλότερα επίπεδα εκπροσώπησης, ιδιαίτερα στην πολιτική;
Επομένως, αν θέλουμε να ενισχύσουμε τη συμμετοχή των νέων γυναικών στην πολιτική και συλλογική δράση, πρέπει να τους δώσουμε κίνητρα συμμετοχής σε όλα τα επίπεδα, από κάτω προς τα πάνω. Κι όταν μιλάμε για πραγματικά καθολική δημοκρατία πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας όλες τις γυναίκες. Όχι μόνο αυτές που έχουν ήδη φωνή, αλλά και τη μεγάλη σιωπηλή πλειοψηφία τους.
Σας ευχαριστώ»
28.3.2017