Η ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ μιλά για το επίμαχο ζήτημα του πόθεν έσχες, για τον συνδικαλισμό σήμερα, για το είδος πρωθυπουργού που είναι ο Αλέξης Τσίπρας και για το μέλλον του συνδικαλισμού στην Ελλάδα
Πηγή: www.lifo.gr από τον ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟ
Δεκέμβρης 2008. Ένας ταραχώδης μήνας για την Αθήνα. Το βράδυ της 23ης Δεκεμβρίου η Κωνσταντίνα Κούνεβα, καθώς επέστρεφε αργά στο σπίτι της, στα Πετράλωνα, από τη βάρδιά της, κι ενώ είχε απειληθεί ήδη για τη συνδικαλιστική της δράση, δέχτηκε επίθεση με καυστικό οξύ από αγνώστους. Οι δράστες της επίθεσης δεν εντοπίστηκαν ποτέ. Για πολλούς μήνες ένα δωμάτιο στον ένατο όροφο του Ευαγγελισμού είχε γίνει το σπίτι της. Στην αρχή της υπόθεσης δεν ασχολήθηκε κανείς. Όμως σύντομα το όνομά της έγινε σύνθημα που κατέκλυσε τους δρόμους της πόλης και γύρω της αναπτύχθηκε ένα μεγάλο κίνημα αλληλεγγύης. Γεννημένη το 1964 στη Σιλίστρα της Βουλγαρίας, πτυχιούχος Ιστορίας-Εθνογραφίας του Πανεπιστημίου «Αγ. Κύριλλος και Μεθόδιος», αναγκάζεται λόγω της κρίσης στη γειτονική Βουλγαρία, αλλά κι ενός προβλήματος υγείας του γιου της να μεταναστεύσει το 2001, µε τη μητέρα και το παιδί της, στην Ελλάδα. Από το 2003 έως και το 2008 εργάστηκε σε μεγάλη εργολαβική εταιρεία, την ΟΙΚΟΜΕΤ, η οποία είχε αναλάβει τις υπηρεσίες καθαριότητας δηµόσιων εταιρειών, μεταξύ των οποίων και ο ΗΣΑΠ. Από το 2002 άρχισε να ασχολείται ενεργά µε τον συνδικαλισµό. Γράφτηκε στο σωματείο το 2002 και το 2004 οι συνάδελφοί της την εξέλεξαν στη διοίκηση της Παναττικής Ένωσης Καθαριστριών και Οικιακού Προσωπικού (ΠΕΚΟΠ). Σήμερα είναι εκλεγμένη ευρωβουλευτής με τον ΣΥΡΙΖΑ. Συναντηθήκαμε στο γραφείο της, στον τέταρτο όροφο μιας παλιάς αστικής πολυκατοικίας στη περιοχή της Ακρόπολης. Θα έμενε μόνο για μια μέρα στην Ελλάδα και θα επέστρεφε στη Γαλλία για τις μέρες του Πάσχα. «Ξέρετε, από τη LiFO έμαθα ελληνικά», μου λέει λίγο πριν ξεκινήσουμε την συνέντευξη και με ξαφνιάζει. «Με τη μητέρα μου, όταν μέναμε στην Ελλάδα, κάθε εβδομάδα αναζητούσαμε τη LiFO, γιατί αυτό το έντυπο μου άρεσε να διαβάζω – έβρισκα δύσκολες λέξεις και στη συνέχεια έψαχνα να βρω τι σημαίνουν», λέει. Καθόμαστε στον καναπέ και μου ζητά να έχει εκείνη πίσω της το παράθυρο, διότι ακόμα και σήμερα το πολύ φως την ενοχλεί στα μάτια. Σε όλη τη διάρκεια της συζήτησης κρατά στο χέρι της το τηλέφωνό της και ένα iΡad. Αμέσως αντιλαμβάνεσαι ότι δεν έχεις να κάνεις με μια επαγγελματία της πολιτικής. Όπως θα μου πει: «Είμαι μια γυναίκα που βρέθηκε στο Ευρωκοινοβούλιο για να παλέψει να διατηρηθούν κεκτημένα δικαιώματα. Έφυγα από τη Βουλγαρία που ήταν σε κρίση, ήρθα στην Ελλάδα, όπου επίσης ξέσπασε η οικονομική κρίση, και τώρα μένω στη Γαλλία, όπου υπάρχουν επίσης πολλά οικονομικά προβλήματα». Η Κωνσταντίνα Κούνεβα αποτέλεσε για τον ΣΥΡΙΖΑ ένα πρόσωπο-σύμβολο. Πώς κρίνει, λοιπόν, τις περικοπές και τα σκληρά μέτρα που ψήφισε και πιθανόν θα ψηφίσει τις επόμενες μέρες η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ; Τι απαντά για το πόθεν έσχες της και τις καταθέσεις των 340.000 ευρώ και πώς σχολιάζει την απόφαση του Εφετείου Πειραιά για ακύρωση της δικαίωσής της, που έκρινε ότι δεν αποδεικνύεται ευθύνη της εργοδοσίας στην επίθεση που δέχτηκε; Έχει πεθάνει ο συνδικαλισμός; Και τι θυμάται από την επίθεση του 2008; Η Κωνσταντίνα Κούνεβα, σε μια συζήτηση για όλους και για όλα.
— Δώσατε μεγάλο αγώνα για να υπερασπιστείτε εργατικά δικαιώματα. Στη Συμφωνία της Μάλτας περιέχονται νέες, δραματικές περικοπές διαρκείας. Με τη θεσμική θέση που έχετε δεν αισθάνεστε λίγο άβολα;
Έχοντας την εμπειρία από τη Βουλγαρία, ξέρω τι έρχεται και παλεύω όσο μπορώ να κάνω το καλύτερο δυνατό. Να ξέρετε ότι εγώ ακόμη νιώθω συνδικαλίστρια. Δεν συμφωνώ με τις περικοπές και τις μειώσεις στις συντάξεις, καταλαβαίνω απόλυτα τη δύσκολη θέση των εργαζομένων και σκέφτομαι συνέχεια τι μπορώ να κάνω από τη θέση μου ώστε να κερδίσουμε πάλι αυτά που χάσαμε. Μια ισχυρή οικονομία υπάρχει μόνο όταν τηρούνται πλήρως τα εργασιακά δικαιώματα.
— Δεν διέψευσε τις προσδοκίες σας η κυβέρνηση;
Η θέση του ευρωβουλευτή δεν σου επιτρέπει να μένεις για πολύ καιρό στην Ελλάδα, άρα ούτε να γνωρίζεις επακριβώς ποια κατάσταση και τι απόψεις επικρατούν. Προσπαθώ να είμαι συνεπής στις αρμοδιότητες που έχω στο Ευρωκοινοβούλιο και σε όσα απαιτούνται από ‘μένα. Η θέση πολλών ανθρώπων μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ με τους οποίους συνεργάζομαι έχει μείνει σταθερή, δεν έχει αλλάξει. Επίσης, δεν είναι λίγες οι φορές που εμείς, οι ευρωβουλευτές, έχουμε διαφορετικές απόψεις από αυτές της κυβέρνησης. Μπορεί η Τρόικα να συμπεριφέρεται σαν μαφία και να μη δέχεται πολλά από τα αιτήματα της κυβέρνησης, αλλά το κλίμα που εισπράττουμε οι ευρωβουλευτές από τα υπουργεία είναι θετικό και η συνεργασία σε πολύ καλό επίπεδο.
— Γιατί πιστεύετε ότι καθυστερεί η αξιολόγηση; Και πώς κρίνετε την πολιτική των Ευρωπαίων απέναντι στη χώρα μας;
Ελπίζω, να κλείσει σύντομα το κεφάλαιο της αξιολόγησης. Έγινε ένα βήμα στη Μάλτα. Με αυτά που ξέρουμε μέχρι σήμερα, καθένας έχει καταλάβει ότι το ΔΝΤ και η γερμανική ηγεσία κυρίως έβαλαν στη διαπραγμάτευση καινούργια πράγματα, πέρα από αυτά που προέβλεπε το Μνημόνιο. Νομίζω ότι το παιχνίδι που έπαιξαν δεν ήταν μόνο οικονομικό. Δεν ήταν μόνο οι διαφωνίες τους για τα λογιστικά νούμερα, ήταν και πολιτικό το παιχνίδι. Ίσως δεν συγχώρησαν ποτέ στην ελληνική κοινωνία ότι επέλεξε μια αριστερή κυβέρνηση.
— Γιατί όμως η κοινωνία δεν αντιδρά;
Όταν αποδυναμώνεις τα συνδικάτα, είναι λογικό να μη βλέπεις την αντίδραση της κοινωνίας, και αυτό είναι ένα μεγάλο ζήτημα αυτό. Όλα ξεκινούν από την παιδεία. Στη Βουλγαρία, όπου μεγάλωσα, παρακολουθούσα το μάθημα της Πολιτικής Αγωγής. Μέσω της παιδείας μαθαίνεις να είσαι ενεργός πολίτης, αποκτάς την κουλτούρα της διεκδίκησης των δικαιωμάτων σου, καταλαβαίνεις σε ποιες οργανώσεις μπορείς να απευθυνθείς για να ελέγχεις αν τηρείται η νομοθεσία.
Μπορεί να σας φανεί περίεργο, αλλά κανείς δεν έχει ζητήσει αυτό που στην Ελλάδα λέγεται «ρουσφέτι». Συνήθως, θέτουν τα προβλήματά τους και με τους συνεργάτες μου αναζητούμε από κοινού την καλύτερη δυνατή λύση.
Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
— Έχετε μιλήσει για ευρωπαϊκή υποκρισία και διγλωσσία στα εργασιακά. Τα χρόνια της κρίσης παρακολουθούμε τη διάλυση των εργασιακών σχέσεων. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θεωρείτε ότι έκανε ό,τι έπρεπε ή υπήρχε κι άλλος δρόμος;
Για τη διγλωσσία των Ευρωπαίων επιμένω. Την επιβεβαιώνουν στις απαντήσεις που μας δίνουν. «Ξέρετε», μας λένε, «έχετε δίκιο για το ευρωπαϊκό κεκτημένο, αλλά αυτό δεν ισχύει όταν έχετε δανειστεί από τον ESM». Όσον αφορά την κυβέρνηση, τώρα, διάλεξε έναν δρόμο διαλόγου και επιχειρημάτων. Η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων που φτιάχτηκε έκανε προτάσεις για τις συλλογικές συμβάσεις, τις απολύσεις και τον συνδικαλιστικό νόμο που είναι κοντά σ’ αυτές της κυβέρνησης, αλλά ακόμα και η Κομισιόν δεν τις έπαιρνε υπόψη – κι αυτό επιβεβαιώνει την υποκρισία τους. Τι άλλο μπορούσε να κάνει η κυβέρνηση; Δεν είμαι στη θέση των υπουργών, ξέρω ότι τους ασκούνται μεγάλες πιέσεις και είναι απαράδεκτη η συμπεριφορά απέναντι στους εκπροσώπους της κυβέρνησης που θυμίζει εκβιασμό του δρόμου και όχι συνεργασία. Ίσως από την αρχή έπρεπε η κυβέρνηση να επιμείνει ώστε το κομμάτι των εργασιακών να μείνει εκτός Μνημονίου. Αλλά τότε όλοι στην Ευρώπη σκέφτονταν με παρωπίδες, δεν στήριζαν την Ελλάδα και τον λαό της.
— Ποιες είναι οι δικές σας «κόκκινες γραμμές» όσον αφορά αυτά που θα υπογράψει το επόμενο χρονικό διάστημα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ.;
Όσον αφορά τα εργασιακά, η πραγματική απελευθέρωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τους μισθούς και όλους τους βασικούς όρους εργασίας, η πραγματική προστασία έναντι των ομαδικών απολύσεων και να μην υπονομευτεί το δικαίωμα των εργαζομένων στην απεργία και σε άλλες μορφές κινητοποίησης. Τα προβλήματα των συνδικάτων, που είναι πολλά, θα τα λύσουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, όχι το ΔΝΤ και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Συμφωνήθηκε να επανέλθουν οι συλλογικές συμβάσεις από το 2018, αλλά θα περιμένω να δω την τελική συμφωνία. Στα άλλα ζητήματα που περιλαμβάνει η αξιολόγηση, δεν μου αρέσει καθόλου το ότι πάμε σε περικοπές συντάξεων και φορολογική επιβάρυνση των χαμηλών εισοδημάτων, ελπίζω όμως ότι τα αντίμετρα που επιδιώκει η κυβέρνηση θα απαλύνουν το βάρος της πρόσθετης λιτότητας. Άλλωστε, το τελευταίο στο οποίο θα συμφωνήσει κάποιος που ξέρει τι θα πει δουλειά είναι οι περικοπές στις συντάξεις. Επίσης, θεωρώ απαραίτητο να διατηρηθεί ο δημόσιος έλεγχος στη ΔΕΗ. Μια χώρα που δεν ελέγχει τα βασικά δημόσια αγαθά είναι εκτεθειμένη σε μεγάλους κινδύνους.
— Τι κλίμα επικρατεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τη χώρα μας;
Πρώτον, να επισημάνω ότι δεν υπάρχει άλλη χώρα στο Ευρωκοινοβούλιο που να συζητιέται τόσο πολύ, είτε στην ολομέλεια είτε στις Επιτροπές, όσο η Ελλάδα. Νομίζω ότι μπορεί κανείς να δει την αλλαγή στάσης στους ευρωβουλευτές από άλλες πολιτικές ομάδες, κυρίως από τους Πράσινους και τους Σοσιαλιστές, που λένε: «Σταματήστε να βασανίζετε την Ελλάδα, δεν αντέχει άλλη λιτότητα». Η Κομισιόν και τα άλλα ευρωπαϊκά όργανα δέχονται σκληρή κριτική από αυτές τις ομάδες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όποτε συζητιέται το ελληνικό θέμα. Το είδαμε και στην τελευταία ολομέλεια στο Στρασβούργο, στη συζήτηση για την Ελλάδα, αλλά και στην αντίδραση όλων των πολιτικών ομάδων κατά του Ντάισελμπλουμ για τα ρατσιστικά του σχόλια εις βάρος των χωρών του Νότου. Μη νομίζετε ότι αυτή η αλλαγή στάσης έχει έρθει χωρίς δουλειά από μας, τους αριστερούς ευρωβουλευτές.
— Όταν εκλεγήκατε ευρωβουλευτής, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν στην κυβέρνηση. Πώς κρίνετε την πολιτική του από την ημέρα που ανέλαβε την εξουσία και ποια είναι η γνώμη σας για τον Αλέξη Τσίπρα. Θεωρείτε ότι είναι ένας καλός πρωθυπουργός;
Ναι, ο Τσίπρας είναι ένας καλός πρωθυπουργός. Έχει κάνει μεγάλο αγώνα, έχει δεχτεί μεγάλες πιέσεις και εκβιασμούς, έχει κάνει και πολλές υποχωρήσεις που σε κανέναν δεν αρέσουν –ούτε στον ίδιο πιστεύω–, αλλά προβάλλει ένα πρόσωπο αξιοπρέπειας για τη χώρα. Επίσης, έχει κάνει μεγάλο αγώνα και για την Ευρώπη. Το ότι σήμερα αρκετοί πολιτικοί ηγέτες και πρωθυπουργοί μιλάνε ενάντια στη λιτότητα, ακόμη κι αν ορισμένοι το κάνουν υποκριτικά, είναι αποτέλεσμα της προσπάθειας που έκανε αυτή η κυβέρνηση. Υπάρχουν πολλά πράγματα για τα οποία μπορεί κανείς να της ασκήσει κριτική – ίσως το κυριότερο είναι ότι δεν ήξερε τι μηχανισμούς εξουσίας είχε να αντιμετωπίσει, και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Αλλά, με βάση τη σκληρή και εκβιαστική στάση των δανειστών, έκανε και κάνει πολλά πράγματα για να υπερασπιστεί τους πιο αδύναμους.
Οι δικές μου «κόκκινες γραμμές» όσον αφορά τα εργασιακά είναι η πραγματική απελευθέρωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τους μισθούς και όλους τους βασικούς όρους εργασίας, η πραγματική προστασία έναντι των ομαδικών απολύσεων και να μην υπονομευτεί το δικαίωμα των εργαζομένων στην απεργία και σε άλλες μορφές κινητοποίησης.
— Το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ σας ζήτησε να είστε υποψήφια θεωρήθηκε μια κίνηση συμβολική. Μήπως, τελικά, αυτός ο συμβολισμός κατέπεσε ή ξεθώριασε;
Το καταλαβαίνω αυτό που λέτε, αλλά θέλω να σας πω ότι εγώ δεν πήγα στο Ευρωκοινοβούλιο συμβολικά, για να είμαι απλώς μια «ακίνητη εικόνα» που εκπροσωπεί τους αόρατους. Πήγα για να δουλέψω γι’ αυτούς. Κι αυτά που προσπαθώ να κάνω, μαζί με άλλους ευρωβουλευτές, για τους εργαζόμενους, τις γυναίκες, τους μετανάστες, τους ανάπηρους, δεν είναι συμβολικά. Δεν μου ταιριάζει να κάνω πολλή φασαρία, να είμαι συνεχώς στις τηλεοράσεις και στα ραδιόφωνα. Και παλιά, πριν από την επίθεση, που ήμουν ενεργή συνδικαλίστρια και δεν με ήξερε ο κόσμος, το σωματείο μου έκανε καλή δράση – είχε γίνει γνωστό και στις Βρυξέλλες για τον αγώνα του. Έτσι και τώρα γίνεται μια δουλειά που φιλοδοξώ να μείνει και να περάσει στην ευρωπαϊκή νομοθεσία. Υπάρχει η έκθεσή μου για το οικιακό προσωπικό, γνωμοδοτήσεις μου για θέματα αναπηρίας ή εργασιακά που κάτι προσθέτουν.
— Δεχτήκατε έντονη κριτική για τις υψηλές καταθέσεις στο «πόθεν έσχες» σας. Σας κατηγόρησαν ότι δεν είχατε τα χρήματα σε ελληνικές τράπεζες αλλά σε τράπεζες του Βελγίου, της Γαλλίας και της Βουλγαρίας. Τι απαντάτε;
Ό,τι έχω απαντήσει από την πρώτη στιγμή το επαναλαμβάνω: τα χρήματα που δήλωσα, όπως όφειλα, είναι η έκφραση της αλληλεγγύης χιλιάδων ανθρώπων, χάρη στους οποίους σήμερα ζω και μπορώ να σας μιλάω. Δεν έκρυψα τίποτα και δήλωσα τα πάντα. Ούτε έκλεψα. Σε κάποιους δεν άρεσε ότι η αλληλεγγύη έφτασε σε τόσο μεγάλα ποσά που με βοήθησαν και με βοηθούν να αντιμετωπίσω το κόστος θεραπειών και επεμβάσεων που δεν ξέρω αν και πότε θα τελειώσουν. Φυσικά, η αλληλεγγύη είναι «δανεική», έτσι πιστεύω. Την επιστρέφεις, πρώτα απ’ όλα, με τη δουλειά σου κι αυτό προσπαθώ να κάνω. Τα λεφτά είναι στη Βουλγαρία, αλλά σε ελληνική τράπεζα, γιατί οι συγγενείς που με βοήθησαν όταν χρειάστηκε δεν γνωρίζουν ελληνικά.
— Βέβαια, υπήρξαν αρκετοί που είπαν ότι θα μπορούσατε κι εσείς, με τη σειρά σας, ένα ποσό από τα χρήματα να το προσφέρετε σε δωρεές, αντίστοιχες με αυτήν που έγινε σ’ εσάς.
Στο νοσοκομείο όπου νοσηλεύτηκα, τον Ευαγγελισμό, δεν σταμάτησα να κάνω δωρεές και να βοηθάω τον κόσμο. Το δωμάτιό μου ήταν συνεχώς γεμάτο κόσμο που με επισκεπτόταν, που όχι μόνο μου πρόσφερε, αλλά και μου ζητούσε βοήθεια. Δεν έχω πάει ποτέ διακοπές, δεν ήμουν άνθρωπος που έβγαινε να διασκεδάσει και τα χρήματα που απέκτησα τα χρησιμοποιώ για τις θεραπείες μου. Τα χειρουργεία που έκανα ήταν αλλεπάλληλα. Έγινε μεγάλος αγώνας – οι γιατροί στη Γαλλία μου έλεγαν ότι η περίπτωσή μου ήταν από τις πιο δύσκολες. Αν δεν είχα κάνει όλα αυτά τα πανάκριβα χειρουργεία, δεν θα είχα μπορέσει να βελτιώσω την κατάσταση της υγείας μου ούτε του προσώπου μου. Έχω μείνει μόνο με μία φωνητική χορδή. Πιθανόν και να μη ζούσα, λοιπόν, αν δεν είχα κάνει όλα αυτά τα χειρουργεία και γι’ αυτόν το λόγο η αλληλεγγύη του κόσμου ήταν πολύ σημαντική. Όταν βρέθηκα στη Γαλλία για να συνεχίσω τις θεραπείες πήρα και τον γιο μου μαζί, γιατί δεν ήξερα πότε θα επέστρεφα. Τα συνδικάτα μού έδωσαν μέχρι και σπίτι για να μείνω. Τότε αναγκάστηκα να μεταφέρω χρήματα στη Γαλλία για να πληρώνω τις υποχρεώσεις μου. Σε καμία χώρα του κόσμου δεν συζητείται το πόθεν έσχες, παρά μόνο όταν κάποιος έχει προβεί σε παράνομες ενέργειες. Απ’ ό,τι μου έχουν πει, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεκίνησε όλη αυτή την ιστορία, στην οποία κάποια μέσα έδωσαν μεγάλες διαστάσεις. Στη σελίδα μου στο Facebook εκείνες τις μέρες έγινε «πογκρόμ» σχολίων με χυδαιολογίες και βρισιές που ήταν προφανές από πού προέρχονταν. Κανείς δεν ρωτούσε από πού προήλθαν τα χρήματα και κάτω από κάθε δημοσίευση έγραφαν «Πουτάνα Βουλγάρα, που σε βγάλανε…» και διάφορα άλλα. Ήταν μια οργανωμένη επίθεση. Η μητέρα μου έχει κρατήσει τα γράμματα που μαθητές μού έστελναν στο νοσοκομείο, μέσα στα οποία έβαζαν κέρματα ή χαρτονομίσματα μικρής αξίας. Μου έγραφαν ότι ήθελαν να στηρίξουν τον γιο μου, με ρωτούσαν τι κάνει. Κλείνοντας το θέμα, θέλω να πω ότι υπάρχουν άνθρωποι που νόμιζαν ότι είμαι αδύναμη και ότι, επειδή έχω αυτά τα χρήματα, θα μπορούσαν να με γονατίσουν. Θέλω να τους πω ότι σωστά φοβούνται πως δεν τα έχουν καταφέρει.
— Πώς κρίνετε την απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά που έκρινε ότι δεν αποδεικνύεται ευθύνη της εργοδοσίας για την επίθεση που δεχτήκατε και ακύρωσε την πρωτόδικη απόφαση; Θεωρείτε ότι αποτελεί πολιτικό θέμα η συγκεκριμένη απόφαση;
Ίσως όχι άμεσα πολιτικό, αλλά δείχνει μια νοοτροπία που πιθανόν επικρατεί γενικότερα στη Δικαιοσύνη. Και η ισχύουσα νομοθεσία έχει πολλά κενά, αντιμετωπίζει εργαζόμενο και εργοδότη με μια ισοτιμία που δεν υπάρχει στην πραγματικότητα. Ο δικαστής δεν είναι ένας άνθρωπος απομονωμένος από την πραγματικότητα, ξέρει ποιος είναι ο αδύναμος και ποιος πρέπει να προστατευτεί στο πλαίσιο της σχέσης εργοδότη-εργαζόμενου. Εξάλλου, γι’ αυτόν το λόγο έχει φτιαχτεί η εργατική νομοθεσία. Η απόφαση του εφετείου, λοιπόν, δίνει λάθος σήμα σε εργαζόμενους και εργοδότες, και μάλιστα σε έναν κλάδο που ξέρουμε ότι είναι ζούγκλα. Αισιοδοξώ ότι η απόφαση του Άρειου Πάγου, όπου έχω προσφύγει, θα διορθώσει αυτό το λάθος.
— Συνδικαλισμός στην Ελλάδα. Πρόκειται για ένα κεφάλαιο που αποτελεί παρελθόν;
Αν εννοείτε αυτό που αποκαλείται «συνδικαλοπατερισμός», τότε, ναι, αποτελεί παρελθόν – και σωστά. Αν όμως με αυτό το τέλος εννοείτε την ανάγκη να διεκδικούν οι εργαζόμενοι τα δικαιώματά τους οργανωμένα και μεθοδικά, τότε όχι. Νομίζω ότι σε όλη την Ευρώπη, ίσως και σε όλο τον κόσμο, αναζητείται το πώς πρέπει να είναι σήμερα ένα συνδικάτο για να είναι αποτελεσματικό. Όταν όλα γίνονται ψηφιακά, όταν καταστρέφονται βιομηχανίες, όταν καταργείται το ωράριο και οι υπάλληλοι εργάζονται ακόμη και το βράδυ από το κομπιούτερ, δεν μπορεί να μην αλλάξουν και τα συνδικάτα. Δεν γίνεται να μη νοιάζονται για τους ανέργους, για τους πρόσφυγες, για τους ανθρώπους που δουλεύουν με μπλοκάκι. Τα συνδικάτα δεν θα πάψουν ποτέ να είναι το αποκούμπι των αδικημένων. Ακόμη κι αν διαλυθούν τα κόμματα, τα συνδικάτα θα υπάρχουν, απλώς με άλλη μορφή. Μην ξεχνάτε ότι ιστορικά προηγήθηκαν των κομμάτων. Νομίζω ότι σε όλη την Ευρώπη, ίσως και σε όλο τον κόσμο, αναζητείται το πώς πρέπει να είναι σήμερα ένα συνδικάτο για να είναι αποτελεσματικό. Όταν όλα γίνονται ψηφιακά, όταν καταστρέφονται βιομηχανίες, όταν καταργείται το ωράριο και οι υπάλληλοι εργάζονται ακόμη και το βράδυ από το κομπιούτερ, δεν μπορεί να μην αλλάξουν και τα συνδικάτα.
Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
— Τα κρούσματα βίας κατά των γυναικών έχουν αυξηθεί. Τι πρέπει να γίνει για να αντιμετωπιστεί αυτό το φαινόμενο;
Δυστυχώς, αυτό είναι μια καθημερινή υπόθεση, κρυμμένη και στα «καλύτερα σπίτια». Δεν αρκούν τα λόγια ούτε τα συνθήματα ή τα ψηφίσματα. Πρέπει να δράσουμε κυρώνοντας τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης. Αυτό πρέπει να γίνει και από τα κράτη και από την Ε.Ε. ώστε να εφαρμοστεί η Σύμβαση και καταπολεμηθεί η βία κατά γυναικών. Εύχομαι η Ελλάδα να αναδειχτεί πρωτοπόρα σε αυτό. Και ξέρω ότι γίνονται οι κατάλληλες προετοιμασίες. Αν εφαρμοστεί πλήρως αυτή η Σύμβαση, τιμωρώντας παραδειγματικά όποιον ασκεί βία και καταστρέφοντας τα κυκλώματα του trafficking, στις επόμενες γενιές η βία κατά των γυναικών θα είναι άγνωστη έννοια,. Αλλά ούτε κι αυτό φτάνει. Τα παιδιά που έχουν πάρει αγάπη δεν ασκούν βία. Χρειάζεται να διδαχτούν την αγάπη προς τον συνάνθρωπο, προς κάθε πλάσμα. Και αυτό είναι δική μας δουλειά. Πρέπει να μιλάμε με τα παιδιά μας, να τα ακούμε και να μην κλείνουμε τ’ αυτιά μας προφασιζόμενοι τους πολυάσχολους.
— Περιγράψτε μου μια συνηθισμένη μέρα στις Βρυξέλλες;
Κάθε Δευτέρα πηγαίνω στις Βρυξέλλες με τρένο από το Παρίσι, όπου ο γιος μου πηγαίνει σχολείο κι έχω εγκατασταθεί από το 2011 για τις εγχειρήσεις και τις θεραπείες μου. Φτάνω στο Κοινοβούλιο και το πρώτο πράγμα που κάνουμε με τους συνεργάτες μου είναι να ενημερωνόμαστε για τα ζητήματα που επείγουν. Ακολουθούν οι συνεδριάσεις των Επιτροπών όπου συμμετέχω. Εάν δεν συνεδριάζει Επιτροπή, μπορεί να έχουμε συνάντηση της πολιτικής ομάδας της Ευρωπαϊκής Αριστεράς. Συνήθως τελειώνουμε αργά το βράδυ, σπανίως πριν από τις εννέα, γιατί πρέπει να διαβάζουμε κείμενα, να συντάσσουμε εκθέσεις και τροπολογίες.
— Επισκέπτονται τα γραφεία σας μετανάστες ή εργαζόμενοι στον χώρο της καθαριότητας για να σας ζητήσουν βοήθεια;
Ναι, πολύ συχνά, ιδιαίτερα στην Αθήνα. Μπορεί να σας φανεί περίεργο, αλλά κανείς δεν έχει ζητήσει αυτό που στην Ελλάδα λέγεται «ρουσφέτι». Συνήθως, θέτουν τα προβλήματά τους και με τους συνεργάτες μου αναζητούμε από κοινού την καλύτερη δυνατή λύση. Για παράδειγμα, είχαμε εξαιρετική συνεργασία με τον πρώην υπουργό Εσωτερικών και σημερινό υπουργό Επικρατείας Χρ. Βερναρδάκη για τα προβλήματα με τις συμβάσεις των καθαριστριών του Δημοσίου που δούλευαν σε εργολάβους. Βοηθάμε να συνδεθούν οι πολίτες που απευθύνονται σ’ εμάς με τα σωματεία τους και συμβάλλουμε στη δημιουργία συνεταιρισμού στον χώρο της καθαριότητας με πρωτοβουλία των οικιακών βοηθών. Σε αυτό έχει βοηθήσει με τις ιδέες και την παρουσία της και η αναπληρώτρια υπουργός Εργασίας, Ρ. Αντωνοπούλου. Επίσης, οι συνεργάτες μας από το γραφείο Αθηνών ασχολούνται αναλυτικά με κάθε ξεχωριστό πρόβλημα που έρχεται στην αντίληψή μας. Αναζητούμε την ευρωπαϊκή του διάσταση αλλά και τις συμμαχίες που μπορούμε να χτίσουμε στην Ευρωβουλή για να βρούμε λύσεις.
— Από την επίθεση που δεχτήκατε το 2008 η ζωή σας έχει αλλάξει πολύ. Τι θυμάστε περισσότερο, τι κρατάτε και τι θέλετε να ξεχάσετε;
Σίγουρα θυμάμαι πολύ έντονα το βράδυ της επίθεσης. Φυσικά, κρατώ τη μεγάλη και αξέχαστη αλληλεγγύη του ελληνικού λαού που με βοήθησε να ξανασταθώ στα πόδια μου. Και θέλω να ξεχάσω τον πόνο που προκάλεσε αυτή η επίθεση στους δικούς μου ανθρώπους, στη μητέρα μου, στον γιο μου και στην αδελφή μου.
— Ξαναπήγατε στο σημείο της επίθεσης;
Φυσικά, πολλές φορές. Είναι απλώς μια διασταύρωση.
— Ύστερα από τόσα χρόνια, τι θα θέλατε να πείτε στον άνθρωπο που σας επιτέθηκε;
Θα τον ρωτούσα «γιατί», πώς μπορεί να ζει αυτά τα χρόνια μ’ αυτό το βάρος. Κοιμόταν ήσυχος; Μπορούσε να αντικρίσει στα μάτια τη μητέρα του ή το παιδί του, αν έχει;
— Σε τι περιβάλλον μεγαλώσατε, πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια στη Βουλγαρία; Πώς ήταν τα πρώτα χρόνια στην Ελλάδα; Μετανιώσατε ποτέ που ήρθατε στην Ελλάδα;
Mεγάλωσα με αγάπη, ελεύθερα, με πολλές δραστηριότητες, πολλά ενδιαφέροντα, είχα μια γεμάτη ζωή. Ζούσα δίπλα στο ποτάμι, τον Δούναβη, όπου είναι η πόλη μου, η Σιλίστρα, που είναι καλά οργανωμένη, με πολύ πράσινο και πολλά πολιτιστικά προγράμματα. Έβλεπα όλους τους ανθρώπους να δουλεύουν έντιμα. Μαθαίναμε πώς να είμαστε εθελοντές και συχνά πήγαινα σε μπριγάδες. Μέλος κόμματος δεν ήμουν ποτέ. Ήλθα στην Ελλάδα για να κάνει εγχείρηση ο γιος μου. Τα πρώτα χρόνια ήταν δύσκολα. Είχα πτυχίο Ιστορίας, αλλά δεν μπορούσα να βρω ανάλογη δουλειά. Έζησα κι εγώ την περιπέτεια που έζησαν και ζουν εκατομμύρια μετανάστες σε όλο τον κόσμο. Όχι, ποτέ δεν μετάνιωσα που ήλθα στην Ελλάδα. Η Ελλάδα «μου έδωσε το ταξίδι», για να παραφράσω τον μεγάλο σας ποιητή, τον Καβάφη. Μου έδωσε πολλούς αγαπημένους φίλους, ο γιος μου εδώ έκανε τους πρώτους του φίλους, γνώρισα καινούργιες κουλτούρες, μου έδωσε στήριξη κι αλληλεγγύη όταν τη χρειάστηκα. Πώς είναι δυνατόν να το μετανιώσω;
— Τι σας δίνει ελπίδα σήμερα;
Οι νέοι άνθρωποι και η σοφία του κόσμου που βρίσκεται σε κάθε σημείο της φύσης.
— Τι σημαίνει ευτυχία για εσάς;
Να μην υπάρχει πόλεμος, να μην υπάρχει βία, να ζούμε και να εργαζόμαστε με αξιοπρέπεια, με τις σκέψεις, τις δράσεις και τις σχέσεις μας. Να μεγαλώνει η αγάπη μεταξύ μας και να συμβιώνουμε αρμονικά.
— Και ένα μάθημα ζωής;
Θα σας πω αυτό που είπα και πρόσφατα στη Σόφια, όταν ρωτήθηκα κατά στην προβολή ενός ντοκιμαντέρ: οι Έλληνες, με την υποστήριξη που μου έδωσαν, απέδειξαν σε όλο το κόσμο ότι όλα μπορούν να γίνουν και ότι όλα είναι δυνατά.
Πηγή: www.lifo.gr
11.4.2017